Διατροφή χαμηλή σε υδατάνθρακες συνδέεται με αύξηση της χοληστερόλης


Διατροφή χαμηλή σε υδατάνθρακες και υψηλή σε λιπαρά μπορεί ενδεχομένως να είναι υπεύθυνη για την αύξηση της χοληστερόλης σε μη φυσιολογικά επίπεδα, σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε Σουηδούς.

Η έρευνα, που διήρκεσε 25 χρόνια, εστίασε στη διατροφή και σε παράγοντες κινδύνου για καρδιοπάθειες στη βόρεια Σουηδία, όπου άντρες είχαν ορισμένες από τις πιο μεγάλες εμφανίσεις καρδιαγγειακής νόσου παγκοσμίως στη δεκαετία του 1970.

Οι ερευνητές συμβούλευσαν τους ανθρώπους να μειώσουν την πρόσληψη λιπαρών, που αρχικά συνέβη.

Ωστόσο, αρχίζοντας από την τελευταία δεκαετία, υπήρξε έκρηξη στη δημοφιλία της διατροφής με χαμηλούς υδατάνθρακες και υψηλά λιπαρά, που είναι υπέρ της μείωσης της ζάχαρης και του άμυλου και της αύξησης λιπαρών, περιλαμβανομένων των κορεσμένων.

Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘Nutritional Journal.’

Ο καθηγητής Ingegerd Johansson, από το University of Umea, δήλωσε ότι ενώ διατροφή με χαμηλούς υδατάνθρακες και υψηλά λιπαρά μπορεί ενδεχομένως να βοηθήσει βραχυπρόθεσμα στην απώλεια βάρους, τα αποτελέσματα της σουηδικής έρευνας έδειξαν ότι η μακροπρόθεσμη απώλεια βάρους δεν διατηρείται και η συγκεκριμένη διατροφή αυξάνει τη χοληστερόλη στο αίμα, που έχει σημαντική επίδραση στον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.

Η αύξηση στα επίπεδα χοληστερόλης συνέπιπτε με την αύξηση στην πρόσληψη λιπαρών, ιδιαίτερα κορεσμένων λιπαρών και λιπαρών για το ψωμί και τη μαγειρική.

Ο Δείκτης Μάζας Σώματος αύξανε συνεχώς κατά τη διάρκεια της έρευνας, με βάση τις μετρήσεις που λάμβαναν οι νοσηλεύτριες από το ύψος και το βάρος των συμμετεχόντων.

Ο ερευνητής δήλωσε ότι η μακροχρόνια αρνητική επίδραση της υψηλής χοληστερόλης φαίνεται να παραμελείται και το ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε δίαιτες που υπόσχονται γρήγορη απώλεια βάρους.

Κάποιος που ζυγίζεται παραβλέπει την αύξηση στη χοληστερόλη επειδή εντοπίζεται με εξέταση σε μικροβιολογικό κέντρο.

Οι ερευνητές δήλωσαν ότι οι πιο εκπληκτικές αλλαγές στη διατροφή ήταν απότομες μειώσεις στην κατανάλωση βραστών πατατών και κράκερς, όπως κριτσίνι ολικής αλέσεως. Οι αλλαγές ισορροπήθηκαν με την αύξηση της κατανάλωσης ζυμαρικών και ρυζιού, καθώς και μαλακού ψωμιού ολικής αλέσεως.

Η κατανάλωση κρασιού αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της έρευνας, ιδιαίτερα μεταξύ των γυναικών. Οι άντρες κατανάλωναν περισσότερη εισαγόμενη μπύρα.

Οι ερευνητές κατέληξαν ότι ο σχεδιασμός της έρευνας δεν επιτρέπει αιτιατή αξιολόγηση της σχέσης μεταξύ της αυξημένης πρόσληψης λιπαρών από το 2004 και των αυξημένων δεικτών χοληστερόλης μετά το 2007 αν και οι παράλληλες τάσεις μπορούν ενδεχομένως να υποδείξουν τέτοια σχέση.

 

ΠΗΓΗ: iatronet.gr

Previous Η διατροφική αξία των μικρών γευμάτων
Next Μεταβολισμός: Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε

No Comment

Leave a reply